«Οι γκέι σήμερα είναι πολύ συντηρητικοί»

Ο Τζον Γουότερς σόκαρε την αμερικανική κοινωνία του '70 με τις ταινίες του. Τώρα κάνει το ίδιο και με τα βιβλία του

Του ΛΟΥΚΑ ΚΑΤΣΙΚΑ

Σε όλη την ιστορία του μοντέρνου αμερικανικού σινεμά δεν έχει υπάρξει, μάλλον, πιο εξωφρενική σκηνή από εκείνο το διαβόητο πλάνο που βρισκόταν στο τέλος του «Pink flamingos» (1972).
Στο αποκορύφωμα μιας βέβηλα ξεκαρδιστικής ταινίας, που έμεινε κλασική για τον τρόπο με τον οποίο γκρέμιζε ηχηρά κάθε υποψία ταμπού και καθωσπρεπισμού στον κινηματογράφο, μια υπερτραφής τραβεστί έτρωγε αληθινά περιττώματα σκύλου, αντικρίζοντας χαμογελαστή την κάμερα. Η υπερμεγέθης «κυρία» δεν ήταν άλλη από την Ντιβάιν, πρωταγωνίστρια και μούσα όλων των ταινιών του Τζον Γουότερς.

Γέννημα-θρέμμα της Βαλτιμόρης, παιδί συντηρητικής οικογένειας καθολικών, ο Γουότερς ξεκίνησε από νεαρή ηλικία να γυρίζει τις δικές του αυτοσχέδιες κινηματογραφικές «μολότοφ», με τη βοήθεια μόνο μιας κολεκτίβας απόβλητων και απροσάρμοστων που τύχαινε να είναι οι καλύτεροί του φίλοι. Στη διάρκεια μιας άκρως επιθετικής σειράς δημιουργιών μικρού και μεγάλου μήκους, ο ανεξάρτητος σκηνοθέτης τα έβαζε με την τυραννία του καλού γούστου, τον αμερικανικό πουριτανισμό και την πολιτική ορθότητα, σε μια εποχή που οι συγκεκριμένες έννοιες ήταν άγνωστες λέξεις.

Δεκαετίες μετά, όντας πλέον συνείδηση σε ένα ευρύτερο κοινό, ο Γουότερς δεν έχει εγκαταλείψει εξ ολοκλήρου τις αναρχικές καταβολές του. Τα τελευταία χρόνια, όμως, φροντίζει να τις επικαλείται μέσω μιας σειράς αυτοβιογραφικών βιβλίων που ρίχνουν κλεφτές ματιές στην εξωφρενική ζωή και καριέρα του, προσφέροντας την ίδια ώρα μερικά οξυδεκρή και καίρια σχόλια πάνω σε πολυάριθμες πτυχές της μοντέρνας ποπ κουλτούρας.

Πιο πρόσφατη κυκλοφορία του συγγραφέα Γουότερς, το «Role Models» απαριθμεί τους ανθρώπους, επώνυμους και ανώνυμους, που βοήθησαν το σκηνοθέτη να αποκτήσει την ανατρεπτική κοσμοθεωρία του ως άτομο και ως καλλιτέχνη. Από μια λεσβία στριπτιζέζ ονόματι Ζορό και μια μετανοημένη ακόλουθο του διαβόητου Τσαρλς Μάνσον, μέχρι τον ροκ εν ρολ τραγουδιστή Λιτλ Ρίτσαρντ, τη μαρτυρική Αγία Αικατερίνη της Σιένας και μια ολόκληρη πινακοθήκη από περιθωριακούς, διεστραμμένους και ακραίους χαρακτήρες, το απολαυστικό βιβλίο αναζητά την έμπνευση σε μερικές από τις πιο εξεζητημένες πτυχές ανθρώπινης συμπεριφοράς. Μόνο που, μακριά από την ακραία περσόνα που προδίδουν οι ταινίες του, ο Τζον Γουότερς είναι από κοντά ένας πνευματώδης και πολύ ευγενικός συνομιλητής.

- Γιατί γράφετε βιβλία τακτικότερα από το να σκηνοθετείτε τον τελευταίο καιρό;

«Μα, είναι πιο εύκολο πλέον να γράφεις και να κυκλοφορείς ένα βιβλίο από το να γυρίζεις ταινίες. Στην Αμερική αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει κανείς που να μπορεί να γυρίσει μια φτηνή ταινία. Η κατάσταση με το ανεξάρτητο σινεμά είναι, πρέπει να πω, η χειρότερη που έχω συναντήσει από τότε που ξεκίνησα να σκηνοθετώ».

«Ήθελα να δοκιμάσω τα όρια»

- Σε ένα παλιότερο βιβλίο σας είχατε δώσει τον τίτλο «Shock Value», χαρακτηρισμό με τον οποίο περιγράφουν συχνά πολλοί αυτό που θεωρούν πως είναι ο αντικειμενικός σκοπός των ταινιών σας. Αντίθετα με την αντίληψη αυτή, όμως, οι δημιουργίες σας ήταν ανέκαθεν πολύ περισσότερα από μια προσπάθεια πρόκλησης σοκ στο κοινό.

«Χαίρομαι που το επισημαίνετε. Το να προκαλέσω απλά σοκ στο θεατή δεν υπήρξε ποτέ ο αντικειμενικός στόχος μου. Ακόμη κι όταν η Ντιβάιν έτρωγε τα σκατά του σκύλου στο φινάλε του "Pink flamingos", το νόημα δεν ήταν να προκαλέσω το κοινό μέσα από την αηδία και την αποστροφή. Αυτό θα ήταν το πιο εύκολο πράγμα. Προσπαθούσα να κάνω τον κόσμο να γελάσει με την ικανότητά του να σοκάρεται από το οτιδήποτε. Το "Pink flamingos" γυρίστηκε τη χρονιά που η πορνογραφία ετοιμαζόταν να γίνει νόμιμη, η δεκαετία του '60 έσβηνε για πάντα και πολλοί αλλοτινοί χίπηδες ετοιμάζονταν να μεταμορφωθούν σε θυμωμένους πανκ. Στο μέσο μιας τέτοιας κατάστασης, η ταινία ήθελε να αποτελέσει ένα μεγάλο αστείο. Να δοκιμάσει λίγο τα όρια: Τι επιτρέπεται να δείξεις σε ένα φιλμ; Τι απαγορεύεται να θίξεις και τι θεωρείται απαράβατο ταμπού; Αυτά ακριβώς θα επιχειρούσαμε να καταλύσουμε με το φιλμ. Έκτοτε, ποτέ μου δεν προσπάθησα να κάνω κάτι πιο προκλητικό όσο το "Pink flamingos"».

-Γιατί το αποφύγατε;

«Δεν θα είχε νόημα. Μερικά πράγματα είναι καλό να τα επιχειρείς μόνο μια φορά και στο εξής να προχωράς σε κάτι διαφορετικό. Αυτό που χρειάζεται είναι, νομίζω, να επαναπροσδιορίζεις συνεχώς τον εαυτό σου».

- Η φιλμογραφία σας είναι γεμάτη από οργανωμένες επιθέσεις ενάντια στο καλό γούστο και σε οτιδήποτε θεωρείται απαγορευμένο και μη αποδεκτό κοινωνικά. Απομένει, πιστεύετε, στο σινεμά κάποιο ταμπού που να μην έχει ακόμη καταλυθεί;

«Μπα, νομίζω ότι σήμερα βλέπουμε λίγο-πολύ τα πάντα στη μεγάλη οθόνη. Ένα από τα πιο μεγάλα και σταθερά ταμπού στο αμερικανικό σινεμά, πάντως, διαπίστωσα κάποια στιγμή ότι είχε να κάνει με την προβολή ηβικού τριχώματος επί οθόνης. Είναι απίστευτο, αλλά, ενώ μπορούσες να δείχνεις άνετα βυζιά και κώλους, απαγορευόταν να επιδεικνύεις το συγκεκριμένο σημείο του ανθρώπινου σώματος. Αν το επιχειρούσες, η Επιτροπή Λογοκρισίας θα επενέβαινε, για να δώσει στο φιλμ σου το χαρακτηρισμό "Αυστηρώς Ακατάλληλο". Παρόλο που κανείς δεν θέλει να φορτώσει στην ταινία του έναν τέτοιο χαρακτηρισμό -που είναι συνώνυμος βέβαιου εμπορικού θανάτου-, είχα αποφασίσει να μη μείνω αμέτοχος. Σε μια σκηνή του "Pecker", όχι μόνο κατάφερα να δείξω εφήβαιο σε αδιάκοπα γκρο πλαν, αλλά και γλίτωσα μια χαρά από τον τρομερό χαρακτηρισμό της λογοκρισίας».

-Αναφέρεστε συχνά στα βιβλία σας στο ενδιαφέρον που δείχνετε για το βίο και την πολιτεία μερικών από τους πιο διαβόητους σίριαλ κίλερ των σύγχρονων αστυνομικών χρονικών. Γιατί σας ελκύει μια τέτοια ενασχόληση;

«Έτρεφα ανέκαθεν μια υγιή εμμονή με τους ψυχοπαθείς δολοφόνους και τους θανατοποινίτες, φρόντιζα, μάλιστα, όταν ήμουν νεότερος, να παρακολουθώ ανελλιπώς τις δίκες τους. Έχει τύχει να παρακολουθήσω μερικές από τις πιο διάσημες δίκες δολοφόνων στην ιστορία. Μπορώ να περηφανεύομαι, ας πούμε, για το ότι ήμουν στη δίκη του Τσαρλς Μάνσον. Υπήρχε από την άλλη μια εποχή κατά την οποία δίδασκα σε φυλακές. Είχα μια τάξη γεμάτη κατά συρροήν δολοφόνους, στους οποίους έδειχνα τακτικά τις ταινίες μου. Συμπαθώ τους εγκληματίες, μου φαίνεται πολύ ενδιαφέρουσα η παρέα τους, γιατί έχουν τρομερές ιστορίες να σου διηγηθούν και, αν αποφασίσεις να συγχωρέσεις την... συζητήσιμη πράξη που κρύβει στο μητρώο του καθένας, θα δεις ότι μπορούν να γίνουν καλοί σου φίλοι. Το ξέρω ότι θα έπρεπε να με απασχολεί το γεγονός ότι συνομιλώ με κάποιον που έχει σκοτώσει την οικογένειά του, ας πούμε. Ξέρετε όμως κάτι; Όλοι έχουμε τις άσχημες νύχτες μας! (γέλια) Χρειάζεται λίγη κατανόηση».

- Καυτηριάζετε ενίοτε στις σελίδες σας τον τρόπο ζωής πολλών σημερινών ομοφυλόφιλων. Πόσο ενοχλεί μια τέτοια κριτική, όταν προέρχεται από έναν δημιουργό με παρόμοιο σεξουαλικό προσδιορισμό;

«Μπορεί να είμαι γκέι, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι επιτρέπεται να τα βάζω μόνο με όσους είναι στρέιτ. Συγνώμη δηλαδή που θα το πω, αλλά βρίσκω ότι οι περισσότεροι σημερινοί γκέι είναι απλώς ανυπόφοροι. Έχουν καταντήσει πια πιο συντηρητικοί και πιο μικροαστοί από τους ίδιους μου τους γονείς. Το μόνο που ονειρεύονται να κάνουν είναι να βγάζουν χρήματα, να αποκτήσουν ένα ακριβό αμάξι, να ψωνίζουν ρούχα διάσημων σχεδιαστών και να αγοράζουν καλλυντικά. Το να είσαι γκέι θυμάμαι ότι σήμαινε κάποτε να είσαι απροσάρμοστος, παράνομος, επαναστάτης, ένας αληθινός μποέμ. Σήμαινε να αντιδράς απέναντι στο κάθε βαρετό μοντέλο προαστιακής, μεσοαστικής ζωής που σου πρόσφερε η Αμερική. Τι κάνουν σήμερα οι πιο πολλοί γκέι; Ξημεροβραδιάζονται σε γυμναστήρια, προσπαθώντας να χτίσουν το τέλειο κορμί. Πόσο επαναστατικό σας φαίνεται αυτό;»

- Στο «Pink flamingos», που παραμένει και η πιο διάσημη ταινία σας, προσπαθούσατε να φανταστείτε τι θα συνέβαινε αν δυο οικογένειες αντιμάχονταν για τον τίτλο του πιο αηδιαστικού ανθρώπου που υπάρχει στον κόσμο. Αν αυτός ο διαγωνισμός γινόταν στις μέρες μας, τι αποτέλεσμα πιστεύετε ότι θα είχε;

«Είχα την ευκαιρία να το διαπιστώσω αυτό στη διάρκεια μιας ραδιοφωνικής εκπομπής στην οποία ήμουν πριν κάμποσα χρόνια προσκεκλημένος Η εκπομπή ήταν αρκετά προκλητική και ο εκφωνητής της πρόσφερε κάποια στιγμή 500 δολάρια σε οποιονδήποτε ερχόταν στο στούντιο και δεχόταν να φάει τα περιττώματα ενός σκύλου. Όλο και κάποιο πρεζόνι θα έκανε τον κόπο, φαντάστηκε. Ξέρετε όμως κάτι; Δεν πάτησε κανείς! Οι καιροί έχουν αλλάξει, προφανώς. Την εποχή που γύριζα την ταινία, αν ζητούσα το ίδιο πράγμα, θα είχαν εμφανιστεί τουλάχιστον τριάντα άνθρωποι για να τσεπώσουν τα χρήματα. Αυτό σημαίνει ότι σήμερα έχουμε καλύτερη ποιότητα ζωής; Χα χα, πολύ αμφιβάλλω».

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

What a life! (I need another round)

Lucy in the sky with diamonds / Aaaaahhhhh...

Λεβιάθαν ή το μυθικό τέρας που εμφανίζεται τόσο σε θρησκευτικά κείμενα όσο στην τέχνη και στην πολιτική θεωρία